Κατερίνα Γώγου – Για την αποκατάσταση του μαύρου

Από το «Ποντίκι»

Της Χρυσούλας Παπαϊωάννου

Έτσι βάφτισε ο σκηνοθέτης Αντώνης Μποσκοΐτης το ντοκιμαντέρ για τη ζωή και την ποίηση της διάσημης περσόνας των Εξαρχείων. Μιας γυναίκας που ξεκίνησε σαν ένα ελαφρόμυαλο κοριτσάκι που χόρευε τουίστ και κατέληξε να σηκώσει στους λεπτούς ώμους της όλο το βάρος της νεοελληνικής κοινωνίας.

Νιάου, νιάου, βρε γατούλα, με τη ροζ μυτούλα… Το πρώτο καρέ που πέφτει από την κινηματογραφική διαδρομή της Κατερίνας Γώγου (1940-1993) είναι η ταινία ορόσημο του νέου ελληνικού κινηματογράφου της ανεμελιάς και της ελαφρότητας. Δίπλα στην τσαχπινιά της Αλίκης Βουγιουκλάκη ξεχωρίζει ένα ακόμη χαριτωμένο μουτράκι, με κοντοκουρεμένο μαλλί, παιχνιδιάρικα μάτια και σκέρτσο στον χορό. Της Κατερίνας Γώγου. Την ώρα που παρακολουθούμε το χαρωπό τσα-τσα, το νιαζιάρικο νιαούρισμα της καλοπέρασης και του αθώου ρομάντζου, παρεμβάλλονται πλάνα από το «Βαρύ πε­πόνι» του Παύλου Τάσιου. Εκεί η Γώγου είναι σκοτεινή, εσωστρεφής, με βλέμμα χαμένο στη μοναξιά και την απορία. Και είναι ακριβώς αυτή η ματιά που θα πυροδοτήσει τη γραφομηχανή της να πάρει μπροστά και να υπονομεύσει με στίχους τα σαθρά θεμέλια της νεοελληνικής κοινωνίας.

Στην άκρη του κάδρου

Ο Αντώνης Μποσκοΐτης, σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ «Κατερίνα Γώγου – Για την απο­κατάσταση του μαύρου», δεν επέλεξε τυχαία αποσπάσματα από τις δύο αυτές ταινίες για να κάνει με έναν τρόπο την εισαγωγή του. Γιατί αυτό ήταν η Κατερίνα Γώγου. Για τους πολλούς, ένας κινηματογραφικός ρόλος, άλλοτε της χορευταρούς και ελαφρόμυαλης κόρης, άλλοτε της υπάκουης υπηρέτριας, που έπαιζε πάντα στην άκρη του κάδρου. Για κάποιους άλλους, όμως, ήταν ένα πλάσμα σκοτεινό και απόκοσμο, που τριγυρνούσε στα Εξάρχεια και κατήγγελλε κάθε μορφή πατριαρχίας ή καταπίεσης, που υπερασπιζόταν τα δικαιώματα των μεονοτήτων – είτε ήταν μετανάστες, είτε πρεζάκια, είτε τραβεστί, είτε καταπιεσμένες γυναίκες –, που ζούσε πάντα στην άκρη του κάδρου της ζωής. Στο περιθώριο μιας μοναξιάς που ούρλιαζε για βοήθεια μέσα από εμπρη­στικούς και απελπισμένους στίχους. Αυτή η εικόνα της αποτυπώθηκε μοναδικά στην «Παραγγελιά» του Παύλου Τάσιου.

Το ντοκιμαντέρ δεν «διαβάζεται» ως εγχειρίδιο μύησης στο ποιητικό σύμπαν της Γώγου. Περισσότερο ως οδηγός αποκρυπτογράφησης της ποίησής της, μέσα από το πορτρέτο της. Ποια ήταν, πώς ξεκίνησε, πού έφτασε. Τι πέρασε, τι τη διαμόρφωσε, ποια τραύματα και αναμνήσεις έχτισαν πετραδάκι – πετραδάκι μια ψυχή ενός ανθρώπου, που, όπως λέει ο ποιητής Θανάσης Νιάρχος, «ανάμεσα στο ευχάριστο και το αναμενό­μενο, προτίμησε το απρόβλεπτο και το εξαιρετικά οδυνηρό». Ναι, κάτι τέτοιες φράσεις είναι που φωτίζουν την προσωπικότητα της καταραμένης ποιήτριας. Οι άνθρωποι που μιλούν στην κάμερα του Μποσκοΐτη καταθέτουν ο καθένας τη μαρτυρία του ή την άποψή του ή και την ερμηνεία του. Ο Λευτέρης Ξανθόπουλος, για παράδειγμα, τη συ­γκρίνει με την Τζουλιέτα Μασίνα στο «La strada» του Φεντερίκο Φελίνι. «Στην Ελλάδα», λέει, «δεν ευδοκίμησε ο χαρακτήρας του θηλυκού κλόουν». Και ο θεατής αρχίζει να καταλαβαίνει πώς έπεσε πάνω της ο ίσκιος της κατάρας που τη βάραινε σε όλη της τη ζωή, πιάνοντας το νήμα ήδη από την κινηματογραφική της καριέρα. «Έπαιζε συχνά τον ρόλο της υπηρέτριας. Η οργή των ποιημάτων της προέρχεται από τη συμπάθεια των σκηνοθετών και των παραγωγών να κάνει τέτοιους ρόλους», εξηγεί ο ποιητής Γιώργος Χρονάς. Και ο Αντώνης Καφετζόπουλος συμπληρώνει «την κυνηγούσε η επιτυχία του comic relief ζευγαριού με τον Τζανετάκο που τους έβαζε να κάνουν συνεχώς ο Φίνος».

Η παθολογική σχέση με την κόρη της

Από την ενότητα του κινηματογράφου που υπογραμμίζει την αντίφαση στην καριέρα, τη ζωή και την περσόνα της, το ντοκιμαντέρ περνάει στην ενότητα των παιδικών χρό­νων, των βιωμάτων. Την ουσία περιγράφει η βιογράφος της Γώγου, Αγάπη – Βιργινία Σπυράτου: «Έλεγε για τα παιδικά της χρόνια ότι ήταν σαν άκαμπτα ξυλιασμένα παιδιά που ένας κίτρινος σκύλος τα ξεθάβει και τα γυρίζει συνέχεια πίσω σε εκείνη». Στα παιδι­κά χρόνια χαράκτηκαν πληγές και μετουσιώθηκαν αργότερα σε ποίηση. Το προσωπικό έγινε πολιτικό γιατί δεν γινόταν αλλιώς. Η βία που έζησε ως παιδί, είτε από τον αυστηρό πατέρα της, είτε από έναν γιατρό που ήθελε να επιβεβαιώσει την παρθενιά της σε ηλικία 13 ετών, πήρε σάρκα και οστά αργότερα σε μπόλικες κόλλες χαρτί, που έσταζαν φαρμάκι ενάντια σε κάθε μορφή καταπίεσης, φαλλοκρατισμού, σεξισμού. Πολλοί ακόμα μιλούν για την Κατερίνα Γώγου. Η Μάρω Κοντού, η Ελένη Πορτάλιου, ο Γιώργος Κορδέλλας (πρώην σύντροφος της Γώγου, που προίκισε το ντοκιμαντέρ με ένα πραγματικά σπάνιο αρχείο), ο Νάνος Βαλαωρίτης, η Όλια Λαζαρίδου, η Λένα Πλά­τωνος, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, ο Νίκος Καλογερόπουλος (απαγγέλλει συγκλονι­στικά ένα ποίημα). Για τον χαρακτήρα της, τις πολιτικές της απόψεις, τη σχέση της φυ σικά με τα Εξάρχεια κ.τ.λ. Δεν θα μπορούσε να μην θιγεί και το κεφάλαιο ναρκωτικά. Στο ντοκιμαντέρ, μάλιστα, αποκαλύπτεται, όπως υποστηρίζουν η Μάρω Κοντού, ο Γιώργος Γαρμπής και ο Δημήτρης Ταρνανάς, ότι αυτή που είχε συμμετάσχει σε έκδοση αφίσας με μότο «το κράτος πουλάει την ηρωίνη» έπεσε η ίδια στο πιο σκληρό ναρκωτικό όταν πήγε να βοηθήσει την εξαρτημένη από τις ουσίες κόρη της Μυρτώ, καρπό του γάμου της με τον Παύλο Τάσιο.

Το χρέος των άλλων

Το ντοκιμαντέρ έχει μια σκοτεινιά. Το βλέπεις και θέλεις μετά να τρέξεις να ρουφήξεις μια τζούρα αέρα. Θα μπορούσε αυτό να χρεωθεί στα μείον του. Όμως, όχι. Γιατί αυτό δεν ήταν η Γώγου; Μια απόκοσμη ποιήτρια, ένα κατατρεγμένο χτικιό της μοναξιάς, χτυπημένο από την αδυναμία της ευαισθησίας που έχουν οι άνθρωποι οι οποίοι μπο­ρούν να αφουγκραστούν τις λεπτές αποχρώσεις της ζωής. Και είναι αυτοί ακριβώς που ενδεχομένως έρχονται στον κόσμο για να αναλάβουν μια αποστολή. Την περιγράφει γλαφυρά ο Θανάσης Νιάρχος: «Τα άτομα αυτά που νομίζουμε ότι αυτοκαταστρέφονται, στην πραγματικότητα αναλαμβάνουν να ξεχρεώσουν λογαριασμούς που διστάζουν να ξεχρεώσουν οι άλλοι».

Ο Αντώνης Μποσκοΐτης μάς μιλάει για την ταινία

Γιατί έκανες αυτό το ντοκιμαντέρ; Τι σε γοήτευσε και σε γοητεύει στην προσωπικότη­τα και το έργο της Γώγου;

Θυμάμαι την Αρλέτα σε μία συνέντευξη που μου είχε δώσει πριν από μερικά χρόνια να λέει ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να συνεργαστεί με καλλιτέχνες σαν τον Άσιμο και τη Γώ­γου, διότι στην κατάσταση που βρίσκονταν θα ήταν σαν να τους εκμεταλλεύεται. Μου είχε προξενήσει μεγάλη εντύπωση η δήλωση αυτή και δεν θεώρησα πως η τραγουδο­ποιός και ερμηνεύτρια αναφερόταν στο αντισυστημικό του χαρακτήρα και του έργου τους, μα στα προβλήματα, απ’ τα οποία κατατρέχονταν. Εν προκειμένω, δεν θα μπο­ρούσαν αυτά τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η Κατερίνα Γώγου να μη θιγούν σε ένα κινηματογραφικό πορτρέτο της. Ωστόσο, ανέκαθεν με έλκυαν οι «καταραμένοι βίοι» των καλλιτεχνών, αυτών που, σύμφωνα και με τον Θανάση Νιάρχο, αναλαμβάνουν να σηκώσουν τα βάρη για όλους εμάς τους βολεμένους και ενδεχομένως τους άτολμους.

Όταν μάλιστα ένας βίος συναρπαστικός για εμάς, όσο και τυραννικός για τους ίδιους τους καλλιτέχνες, συνδυάζεται με ένα αξιόλογο έργο τους, τότε η περίπτωσή τους συνολικά με εξιτάρει πολύ ως σκηνοθέτη – βιογράφο τους. Και η Κατερίνα Γώγου, όσο και αν ακόμη αμφισβητείται από το ποιητικό – λογοτεχνικό κατεστημένο, υπήρξε σίγουρα μια πολύ σπουδαία ποιήτρια.

Τι εκπροσωπεί για σένα η Γώγου σήμερα; Πώς «στέκεται» ο λόγος της τώρα;

Αν ζούσε η Γώγου σήμερα θα πλησίαζε τα 73. Πώς θα ήταν; Μία αναρχική γηραιά πριμαντόνα των Εξαρχείων που θα τριγύριζε ακόμη στην πλατεία και θα έβριζε φωναχτά με άριες τους μπάτσους και τους καφενόβιους συμπολίτες; Μία αποτοξινωμένη απ’ όλα κυρία που θα έγραφε ποιήματα για τον Ιησού Χριστό; Ειλικρινά δεν μπορώ να τη φανταστώ, τη συντηρεί μέσα μου ο ροκ μύθος του «Ζήσε έντονα – Πέθανε νέος» κι ας έφυγε εκείνη στα 53 της. Ο λόγος τη ς στέκεται και παραστέκεται αν υποτεθεί πως βιώνουμε το πιο σκλη ρό ρατσιστικό πρόσωπο της νεοελληνικής κοινωνίας. Κατά τη γνώμη μου την ίδια αξία με το «Σαλό ή 1 20 ημέρες στα Σόδομμα» του Παζολίνι έχουν και τα ποιήματα της Γώγου. Βρίθουν από ανυπόφορα σκληρές εικόνες και νοήματα. Τότε περνιόνταν για αλληγορίες, σήμερα διαβάζονται σαν προφητείες για το πιο ζοφερό, όχι μέλλον, αλλά παρόν του κόσμου μας.

Μετά τη ν περιπέτεια της ταινίας, τι έμαθες παραπάνω για τη Γώγου;

Εκείνο που με σόκαρε και με συγκίνησε πολύ και δεν το γνώριζα ήταν η πραγματική αιτία που η Κατερίνα Γώγου οδηγήθηκε στην αυτοκαταστροφή από τα ναρκωτικά. Επίσης ένα ποίη μά της που γράφτη κε για τη Σόνια, την τραβεστί που δολοφονήθηκε στα Εξάρχεια, και που γι’ αυτό θέλησα να το διαβάσει μέσα στην ταινία η τρανσέξουαλ Εύα Κουμαριανού. Τέλος, αρκετά πράγματα, ση μαντικά και μελαγχολικά, τα οποία ανέσυρε από τη μνήμη του ο σκηνοθέτης Γιώργος Κορδέλλας, ένας πολύ δικός της άνθρωπος.

INFO: Το ντοκιμαντέρ «Κατερίνα Γώγου – Για την αποκατάσταση του μαύρου» θα κάνει πανελλήνια πρεμιέρα την Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου, στις 22.00, στον «Δαναό 1», στο πλαίσιο του 1 9ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας, Νύχτες Πρεμιέρας – Cosmote.

ΠΗΓΗ

Σημ Κ.Κ. Μία τάξη πάνω από μένα, στο ¨Κολέγιο Γκιζελή», η Κατερίνα πραγματικά κουβαλούσε στους ώμους της την μαύρη πλευρά της ελληνικής κοινωνίας. Σε κάποιο συρτάρι έχω ένα ποιηματάκι που είχε αφιερώσει  στον, βαριά …ερωτευμένο μαθητή! Ελπίζω να βρω εισιτήριο στην προβολή

Δημοσιεύτηκε από τον kavvathas

Δημοσιογράφος, εκδότης,παρατηρητής γεγονότων, (πρώην)οδηγός αγώνων. Πάντα χειριστής ανεποπτέρων, αεροπλάνων και ελικοπτέρων -Journalist, publisher, (ex)racing & rally driver. Pilot (glider, plane + helicopter) Η δραστηριότητα του Κώστα Καββαθά στο χώρο της έντυπης δημοσιογραφίας ξεκίνησε το 1959 από το περιοδικό «Ταχύτης», που είχε ως αντικείμενό του τους αγώνες αυτοκινήτου. Eκδόθηκε για λίγο καιρό από την «Ecurie Eρμής», έναν από τους παλαιότερους συλλόγους φίλων της Αυτοκίνησης που ιδρύθηκαν στην Ελλάδα. Το 1963 ξεκίνησε η συνεργασία του με την εφημερίδα «Μεσημβρινή», στην οποία κράτησε τη στήλη του αυτοκινήτου για τρία περίπου χρόνια. Το 1966 δούλεψε στο εβδομαδιαίο περιοδικό επικαιρότητας «Άλφα», το πρώτο στα εγχώρια χρονικά του Τύπου που, στην ύλη του, είχε σελίδες αφιερωμένες στο αυτοκίνητο. Λίγο αργότερα χρονολογείται η πρώτη προσπάθεια να εκδόσει δικό του περιοδικό, με τον Γιάννη Μπαρδόπουλο, το «Τροχοί+Δρόμοι», η οποία όμως διακόπηκε λίγο πριν το τυπογραφείο!Από την πρώτη απόπειρα σώζονται λίγες φωτογραφίες, τις οποίες θα μπορέσετε να δείτε όταν το Ιστολόγιο γίνει, επιτέλους, portal. Μετά από σύντομο πέρασμα από το «Νέο Αυτοκίνητο» των αδελφών Αντώνη και Μιχάλη Γρατσία, εντάχθηκε στο επιτελείο του περιοδικού «Αuto Eξπρές» του Σπύρου Γαλαίου, που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το καλοκαίρι του 1967. Σύντομα ανέλαβε τη θέση του αρχισυντάκτη, διαδεχόμενος τον Κυριάκο Κορόβηλα. Τον Οκτώβριο του 1970 ίδρυσε, με τη σύζυγό του Σοφία, το περιοδικό «4ΤΡΟΧΟΙ» και, όπως ήταν λογικό, έριξε εκεί το βάρος της αρθρογραφίας του. Παρ' όλα αυτά βρήκε χρόνο να γράφει στο εβδομαδιαίο περιοδικό «Επίκαιρα», που όλοι οι παλιοί γνωρίζουν και που θεωρείται –ακόμη και σήμερα που εκδόθηκε ένα με τον ίδιο τίτλο- ως το καλύτερο του είδους που εκδόθηκε ποτέ στην Ελλάδα. Τα άρθρα του Κ.Κ. στα "Ε" θα συμπεριληφούν σύντομα και σε αυτό το ιστολόγιο. Άρθρα του δημοσιεύτηκαν επίσης στην εφημερίδα «Το Βήμα» από το 1991 ως το 1998, καθώς και για ένα ...μικρό διάστημα(!) στην «Καθημερινή», μία άλλη ιστορία, που επίσης θα μπορέσετε να απολαύσετε εδώ σαν μία σπαρταριστή (στηγελοιότητά της) "κωμωδία". Σήμερα, εκτός από τα περιοδικά των «Τεχνικών Εκδόσεων», ο Κώστας Καββαθάς αρθρογραφεί στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα», από το πρώτο της φύλλο. Στο ενεργητικό του συμπεριλαμβάνονται -μέχρι στιγμής- δύο βιβλία: «Porsche, ο άνθρωπος και τα αυτοκίνητα» του Richard von Frankenberg, που μετέφρασε στα ελληνικά το 1972 μαζί με δύο ακόμη συναδέλφους του και «Το βιβλίο του Πραγματικού Οδηγού». Τα κείμενά του, έντονα συναισθηματικά, περιέχουν σχεδόν τα πάντα: περιγραφές από διεθνείς κι ελληνικούς αγώνες, ιστορίες από τα παλιά χρόνια του αυτοκινήτου, συνεντεύξεις από σημαντικά στελέχη αυτοκινητοβιομηχανιών και συμπεράσματα από τις εξαντλητικές δοκιμές των εκάστοτε νέων μοντέλων, κοινωνική κριτική και σχόλια για τα καλώς ή τα κακώς κείμενα της χώρας και των ανθρώπων της. Στα πρώτα χρόνια των «4Τροχών» έγραφε και τεχνικά άρθρα, καθώς και "συμβουλές" για την ασφαλή και ασφαλή και γρήγορη οδήγηση. Με το πέρασμα των δεκαετιών όμως αφ' ενός το ενδιαφέρον μετατοπίστηκε από την τεχνολογία στα ζαντολάστιχα και αφ΄ετέρου άλλοι, ικανότεροι ανέλαβαν (μικρός Νίνης, Έλλη Κοκκίνου, γελοτοποιός του αυτοκράτορα κλπ) και ο Κ.Κ. αποφάσισε πως, αρκετά με τα "τεχνικά άρθρα" που, άλλοστε, δεν γίνονται καταληπτά από τον "ανθό" της ελληνικής νεολαίας -έτσι όπως τον κατάντησαν οι ανεπάγγελτοι "πολιτικοί". Το 2009 ο Κώστας Καββαθάς συμπλήρωσε 50 χρόνια δημοσιογραφικήςςς και 40 εκδοτικής ζωής αν και η τελευταία δεν είναι ακριβώς όπως την οραματιζόταν για λόγους που αναφέρονται σε άλλες σελίδες του ιστολογίου…

4 σκέψεις σχετικά με το “Κατερίνα Γώγου – Για την αποκατάσταση του μαύρου

  1. ΣΙΓΟΥΡΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΜΑΣ ΓΥΡΙΖΟΥΝ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΜΑΣ ΧΡΟΝΙΑ. ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΧΩ ΜΙΑ ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ ΕΊΝΑΙ ΤΙ ΜΗΝΥΜΑ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΠΕΡΑΣΟΥΜΕ. ΣΙΓΟΥΡΑ Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΕΣ ΚΑΙ ΑΔΥΝΑΜΑ ΑΤΟΜΑ.ΜΗΠΩΣ ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ Η ΛΥΣΗ ΝΑ ΚΑΤΡΑΚΥΛΙΣΕΙ ΚΆΝΕΙΣ ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΝΑ «ΑΠΟΧΩΡΗΣΕΙ» ΑΠΟ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ;

    Μου αρέσει!

      1. ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΦΑΝΑΤΙΚΟ ΣΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΔΟΚΩΝ ΣΑΣ 4ΤΡΟΧΟΙ ΚΑΙ ΠΤΗΣΗ ΚΑΛΗΣΠΈΡΑ.ΕΧΩ ΑΝΑΡΩΤΗΘΕΙ ΚΑΙ ΕΓΩ ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΥΜΒΙΟΝΩΝΤΑΣ ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΟΝΤΙΝΑ ΜΟΥ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝΠΕΙ ΣΤΟ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΤΟΥΝΕΛ ΤΗΣ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗΣ ΕΑΝ ΑΥΤΑ ΤΑ ΑΤΟΜΑ ΕΙΧΑΝ ΔΙΚΗΌ Η ´ ΕΓΩ ΠΟΥ ΠΡΟΣΠΑΘΩΝΤΑΣ ΝΑ ΕΠΙΒΙΩΣΩ ΣΕ ΜΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΧΩΡΟ ΓΙΑ ΑΤΟΜΑ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΆΠΟ ΤΗΝ ΚΡΑΤΟΥΣΑ ΕΒΛΕΠΑ ΤΟ ΠΟΤΗΡΙ ΜΙΣΟΓΕΜΑΤΟ. ΕΥΧΟΜΑΙ ΝΑ ΠΑΝΕ ΚΑΛΆ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΚΑΙ ΝΑ ΑΡΧΙΣΟΥΜΕ ΝΑ ΣΑΣ ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΣΑΣ ΕΧΟΥΜΕ ΣΥΝΗΘΙΣΕΙ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ.

        Μου αρέσει!

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.

Αρέσει σε %d bloggers: